Κυριακή 2 Ιανουαρίου 2011

Το Θέατρο..

Διάβαζα ένα ‘άρθρο’ σχέσεων (οποιουδήποτε είδους σχέσης) πριν..
Και πώς μπορείς να έχεις σχέσεις -με τον οποιοδήποτε- ?
 Η αλήθεια είναι ότι όλοι μας ξέρουμε τί απαιτούμε από κάθε σχέση που κάνουμε. Είναι αναγκαίο να υπάρχει ένα στοιχείο. Η αλήθεια. Δυστυχώς, όπως όλοι ξέρουν, η αλήθεια πονάει. Όχι πάντα, όχι όλους. Μπορεί να είναι από το πιο ευχάριστο νέο, μέχρι το πιο σκληρό χτύπημα. Είναι όμως ανάγκη να υπάρχει. Αλλιώς ζεις ένα παραμύθι. Ζεις σε ένα θέατρο γραμμένο ‘στα μέτρα σου’. Υποτίθεται ότι γίνεται για το καλό σου, αλλά στην πραγματικότητα γίνεται για το καλό αυτού που πλάθει το παραμύθι. Για καλό κάποιου που δεν μπορεί να αντιμετωπίσει τον  εαυτό του. Πώς λοιπόν αυτός ο κάποιος να αντιμετωπίσει εσένα? Λογικό δεν ακούγεται?..

Ίσως λοιπόν έχω πέσει και εγώ θύμα μιας σελίδας ενός παραμυθιού, στο οποίο πρωταγωνιστώ κιόλας. Βέβαια μπορώ άνετα να το χαρακτηρίσω ‘Κωμωδία’ . Το πλημμυρίζει το ψέμα, η διπροσωπία, η συνομωσία, αλλά πάνω απ’ όλα  η αδυναμία να σταθεί ο άλλος στα πόδια του και να είναι ξεκάθαρος. Να πει όλη την αλήθεια. Όσο σκληρή και αν είναι. Να καταλάβει ότι μπορεί το να σε προστατεύει σε μια γυάλα, τεστάροντας τις αντοχές σου, να είναι ότι χειρότερο για εσένα. Γιατί δεν είσαι άμυαλος, μπορείς να καταλάβεις ότι κάτι δεν πάει καλά. Γιατί δεν είσαι παιχνίδι, αισθάνεσαι. Γιατί δεν είσαι άνεμος, που θα φυσήξει και θα φύγει μακριά. Γιατί δεν ξεπλένει η βροχή τις ανησυχίες σου.
 Γιατί δεν είσαι δέντρο που θα ρίξει τα σάπια φύλλα του και θα τα ξεχάσει μια για πάντα..

Δεν θα πω τί είσαι. Θα πω μόνο ότι πρέπει να γίνεις κάτι αληθινό.-

Παρασκευή 31 Δεκεμβρίου 2010

Νερό..

Είναι φανταστικό πώς ένα απλό τραγούδι μπορεί να κάνει κάποιον να νευριάσει, να κλάψει, να χαρεί, να αισθανθεί τα λόγια του τραγουδιού να τον αγγίζουν σαν το ‘χέρι’ κάποιου. Αυτό μου συμβαίνει με κάθε τραγούδι που ακούω. Είναι σαν ένας πίνακας, μια σκηνή από την ζωή μου. Ποτέ δεν περίμενα βέβαια ότι θα υπήρχε και κάτι άλλο που θα μπορούσε να με ταξιδέψει, να με κάνει να ξεχάσω την πραγματικότητα. Μέχρι σήμερα.

Είπαμε να πάμε στο τζακούζι του ξενοδοχείου αφού δεν είχαμε κάτι άλλο να κάνουμε μετά από τόσες εκδρομές τη συγκεκριμένη μέρα. Επιπλέον θα ήταν ο τέλειος τρόπος χαλάρωσης. Δεν το πίστευα εγώ αυτό βέβαια. Ακόμα και η μουσική έχει αρχίσει να με προδίδει. Δεν με κάνει να ξεχνιέμαι. Κάθε κομμάτι δεν αποτελεί πλέον ένα δικό μου πίνακα αλλά ένα δικό του. Είναι τρομακτικό. Πραγματικά. Πολύ τρομακτικό. Τέλος πάντων. Όπως είπα και πριν δεν περίμενα με τίποτα ότι το τζακούζι θα είχε κάποιο αποτέλεσμα. Και όντως δεν είχε αρχικά. Κανένα. Μπήκαμε μέσα η Άνι ο μπαμπάς και εγώ – η μαμά έκανε μασάζ - . Όσο μιλούσαμε ήταν όλα καλά. Δεν είχα αγχωθεί ότι πάλι θα αφήσω το μυαλό μου ελεύθερο. Δεν θα μπορούσα να τον σκεφτώ έτσι.Λογικό. Αφού έπρεπε να συμμετέχω στην συζήτηση. Πολύ σύντομα όμως η συζήτηση έληξε. Όλοι ακούμπησαν πίσω, έκλεισαν τα μάτια τους και απολάμβαναν το μασάζ τους. Προσπάθησα να κάνω και εγώ το ίδιο. Υπήρχε παντού ησυχία, ησυχία, ΗΣΥΧΙΑ! Άρχισα να παλεύω με το μυαλό μου, με τα λόγια, τις εικόνες, τις αναμνήσεις, το πρόσωπό του. Δεν μπορούσα. Πάντα αυτό παθαίνω. Είναι σαν να το ζω εκείνη τη στιγμή. Σαν να ξεδιπλώνονται μπροστά από τα μάτια μου οι ίδιες σκηνές, οι ίδιες λέξεις, τα ίδια συναισθήματα. Θα μπορούσα να πω τα ίδια δάκρυα αλλά κάθε φορά με καίνε όλο και πιο πολύ… Εκείνη τη στιγμή αγανάκτησα. Δεν μπορούσα να ουρλιάξω, να τσιμπηθώ, τίποτα. Ήμουν μέσα σε μία πολύ μικρή ‘πισίνα’ με άλλα δύο άτομα. Πού χώρος και δυνατότητα να κάνω κάτι από αυτά? Εκείνη τη στιγμή κοίταξα τις φουσκάλες στο νερό από το υδρομασάζ. Αμέσως χωρίς να το σκεφτώ έχωσα το κεφάλι μου μέσα. Και ορίστε. Σαν να έσβησαν όλα. Ένιωθα ότι άκουγα άστρα να συγκρούονται. Φωτιές να σβήνουν. Βιολιά. Ουρλιαχτά, χαράς και λύπης. Ένιωθα ότι όλα χάθηκαν. Ένιωθα γαλήνη, ηρεμία. Πώς να το πω? Ένιωθα ότι είχα απαλλαγεί. Ότι όλα είχαν τελειώσει. Ότι όλα ήταν ξεκάθαρα, όμορφα, χωρίς έγνοιες και προβλήματα. Ήμουν κενή αλλά ταυτόχρονα τόσο γεμάτη. Ήταν το μυαλό μου άδειο. Πραγματικά δεν σκεφτόμουν τίποτα. Τίποτα πέρα από τα άστρα που συγκρούονταν, τις φωτιές που έσβηναν, τα βιολιά, τα ουρλιαχτά. Αλλά μόνο αυτά. Τίποτα άλλο. Σαν μια παράσταση που σε απορροφά και σε ταξιδεύει. Δεν θα κράταγε βέβαια για πολύ. Το ήξερα. Έβγαλα το κεφάλι μου από το νερό. Ήταν πάλι όλα εκεί. Άκουγα την ησυχία του δωματίου. Άρχισε πάλι το άγχος να κυλάει μέσα μου. Η ανασφάλεια ήταν και αυτή εκεί. Όλα. Ήταν όλα πίσω. Το νερό ήταν απλώς μια κακή ψευδαίσθηση. Τίποτα άλλο. Μου άρεσε όμως. Ήθελα να κρατήσει λίγο ακόμα. Και μετά ας χανόταν. Κοίταξα το ρολόι μου. Σαράντα λεπτά ακόμα. Δεν ήθελα μόνο τόσα. Θα μπορούσα να κάτσω εκεί για πάντα. Παρόλα αυτά δεν μπορούσα. Και το ήξερα. Έβαλα πάλι το κεφάλι μου στο νερό. Τουλάχιστον όσο χρειαζόταν για να καλυφθούν τα αυτιά μου. Έκλεισα τα μάτια μου, και ταξίδεψα. Αλλά ακόμα και το ταξίδι χάλασε. Ξαφνικά, εκεί που όλα ήταν καλά τον είδα δίπλα μου. Πετάχτηκα. Άρχισα να βάζω και να βγάζω το κεφάλι μου από το νερό. Άρχισα να τρελαίνομαι. Μα τον είδα. Και μετά, παρόλο που χάθηκε η εικόνα, δεν μπόρεσα να συγκρατήσω τις σκέψεις μου. ‘Παράτα τον’, ‘ίσως σου είπε ψέματα για το δικό σου καλό’. Δεν μπορώ να το αντέξω. Ούτε καν τώρα, που υποτίθεται ότι βρήκα την δύναμη να τα γράψω αυτά. (αν και δεν είναι μόνο αυτά και δεν βρήκα δύναμη.). Γιατί να νιώθω έτσι ακόμα? Να τον σκέφτομαι ακόμα με τον ίδιο και σίγουρα πιο έντονο τρόπο? Γιατί αυτός να μην έχει πάθει το ίδιο με εμένα? Γιατί να μην είμαστε μαζί? Γιατί να μην με θελεί? Και γιατί να τον θέλω?

Με τρομάζει όλο αυτό. Με τρομάζω εγώ. Και νομίζω ότι πρέπει να με ενοχλεί ή να με ανησυχεί. Δεν συμβαίνει αυτό όμως. Νίωθω τεράστια αγάπη, οργή και λύπη. Δεν ξέρω. Πραγματικά δεν ξέρω τι να κάνω. .-

Τετάρτη 23 Ιουνίου 2010

Σάββατο 22 Μαΐου 2010